Σύμφωνα με δημοσίευμα του περιοδικού Στρατιωτική Ισορροπία & Γεωπολιτική, η αμερικανική κυβέρνηση φαίνεται πρόθυμη να προχωρήσει στην παραχώρηση δύο αντιτορπιλικών κλάσης Arleigh Burke στο ΠΝ, μαζί με τον συναφή εξοπλισμό υποστήριξης, εφόσον υπάρξει σχετικό αίτημα από την ελληνική πλευρά. Η παραχώρηση σκαφών της συγκεκριμένης κλάσης είχε ζητηθεί και παλιότερα (επί Α/ΓΕΕΘΑ Χηνοφώτη) αλλά δεν είχε προχωρήσει. Φαίνεται όμως ότι η κρίση στην Ανατολική Μεσόγειο και ιδίως η αντιπαράθεση της Τουρκίας με το Ισραήλ επιφέρουν μια σοβαρή μεταβολή στη στάση των ΗΠΑ, όπως φάνηκε ήδη με την έγκριση της παραχώρησης των 400 αρμάτων μάχης Μ1Α1 Abrams. Σύμφωνα με το δημοσίευμα, η συνεργασία ελληνικού, εβραϊκού και αρμενικού λόμπι μπορεί να προωθήσει αποφασιστικά ανάλογες πρωτοβουλίες ενίσχυσης των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ το αμερικανοεβραϊκό λόμπι θέλει με αυτόν τον τρόπο να στείλει και ένα ηχηρό μήνυμα προς τη νεοθωμανική ηγεσία, παρέχοντας στο ΠΝ τα κατάλληλα οπλικά συστήματα και ικανότητες που θα του επιτρέψουν τον έλεγχο της Ανατολικής Μεσογείου. Οπωσδήποτε αν η προμήθεια αυτή ευοδωθεί (ας μην ξεχνάμε ότι επί του παρόντος πρόκειται για ανεπίσημο ενδιαφέρον), θα πρόκειται για μια σοβαρότατη αναβάθμιση των ικανοτήτων του ΠΝ, ειδικά για την κρίσιμη περιοχή της Αν. Μεσογείου που “θερμαίνεται” όλο και περισσότερο. Υπενθυμίζεται ότι η ικανότητα Α/Α άμυνας περιοχής, που είναι κρισιμότατη για την ενίσχυση της Κύπρου και γενικά για τη ναυτική παρουσία του ΠΝ στην Αν. Μεσόγειο, απωλέσθηκε οριστικά για το ΠΝ με τον παροπλισμό του τελευταίου από τα Α/Τ κλάσης Charles F. Adams, του Α/Τ Κίμων, το 2004. Οι προτάσεις για αντικατάστασή τους με απόκτηση 4 αμερικανικών αντιτορπιλικών κλάσης Kidd δεν ευοδώθηκαν, κι έτσι το ΠΝ έκανε ένα στρατηγικό βήμα πίσω. Φαίνεται ότι αυτό το λάθος μπορεί σήμερα να διορθωθεί, κυρίως χάρη στη γεωπολιτική συγκυρία.
Τα αντιτορπιλικά κλάσης Arleigh Burke αποτελούν αυτή τη στιγμή το βασικό τύπο πλοίου επιφανείας του US Navy, αριθμώντας ήδη 60 σκάφη σε υπηρεσία (το πρώτο πλοίο της κλάσης, DDG-51 Arleigh Burke, τέθηκε σε υπηρεσία το 1991), ενώ συνολικά έχει προγραμματιστεί η ναυπήγηση 75 σκαφών. Με μήκος 155 μέτρων, εκτόπισμα από 8.000 ως 10.000 τόνους και οπλοστάσιο που περιλαμβάνει 90 ως 96 πυραύλους (αναλόγως έκδοσης), τα συγκεκριμένα αντιτορπιλικά ουσιαστικά κατατάσσονται στην κατηγορία των καταδρομικών.
Η συγκεκριμένη κλάση ήταν η πρώτη που κατασκευάστηκε με (περιορισμένα) χαρακτηριστικά στελθ, όπως οι κεκλιμένες επιφάνειες. Όλα τα πλοία της κλάσης φέρουν το σύστημα αεράμυνας AEGIS, με ραντάρ παθητικής διάταξης τύπου SPY-1D. Από τους κάθετους εκτοξευτές (VLS) Mk41 90 θέσεων (96 θέσεων σε σκάφη της έκδοσης ΙΙΑ) μπορεί να βληθεί μεγάλη ποικιλία βλημάτων, όπως Standard, Tomahawk (μάλλον απίθανο να χορηγηθούν στην Ελλάδα), κάθετα εκτοξευόμενους ASROC (VLA) και ESSM. Ο οπλισμός συμπληρώνεται με πυραύλους επιφανείας- επιφανείας Harpoon, δύο CIWS Phalanx (ένα σε νεώτερες εκδόσεις που φέρουν και ESSM), ένα πυροβόλο των 5″/54 gun και δύο τριπλούς τορπιλοσωλήνες Mark 32.
Μπορούν επίσης να εξυπηρετηθούν δύο ελικόπτερα Seahawk, αλλά στα πρώτα 20 πλοία της κλάσης (από τα οποία προφανώς θα προέλθουν τα παραχωρούμενα) δεν υπάρχει υπόστεγο ελικοπτέρου (στη φωτογραφία το DDG-79 Oscar Austin, της έκδοσης ΙΙΑ που διαθέτει υπόστεγα).
Η πρόωση εξασφαλίζεται από 4 αεριοστρόβιλους General Electric LM2500, που δίνουν μέγιστη ταχύτητα 31 κόμβων, ενώ με ταχύτητα 20 κόμβων επιτυγχάνεται ακτίνα 4.400 ναυτικών μιλίων. Το πλήρωμα απαρτίζεται από 303 ως 323 άτομα (αναλόγως έκδοσης).
Οπωσδήποτε η απόκτηση δύο τέτοιων αντιτορπιλικών, αν και θα αποτελέσει κάθετη αναβάθμιση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων του ΠΝ, περιλαμβάνει και δυσκολίες.
Η πρώτη δυσκολία είναι το οικονομικό κόστος, καθώς η τιμή μονάδος των συγκεκριμένων σκαφών είναι περίπου 1,8 δις δολλάρια, δηλ. περίπου 1,3 δις Ευρώ. Σύμφωνα με το δημοσίευμα του περιοδικού Στρατιωτική Ισορροπία & Γεωπολιτική, τα σκάφη θα δοθούν με ελκυστικούς όρους (μένει όμως να διευκρινιστεί τι σημαίνει αυτό), ενώ το πακέτο θα περιλαμβάνει και τα ανταλλακτικά και τα απαραίτητα οπλικά συστήματα (προφανώς εννοούνται οι πύραυλοι Standard).
Η δεύτερη δυσκολία είναι η επάνδρωση των σκαφών, καθώς απαιτούν πλήρωμα τουλάχιστον 50% μεγαλύτερο από τις τρέχουσες φρεγάτες του ΠΝ. Όμως αν υποτεθεί ότι τα δύο Α/Τ θα αντικαταστήσουν ισάριθμες φρεγάτες από τις μη εκσυγχρονισθείσες της κλάσης Standard, και ταυτόχρονα θα παροπλισθούν μερικές ακόμη πυραυλάκατοι όπως είχαμε προτείνει παλιότερα, το απαιτούμενο προσωπικό βρίσκεται χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία.
Η τρίτη δυσκολία είναι ο ελλιμενισμός τους, καθώς οι διαστάσεις τους και ιδίως το βύθισμά τους (9,3 μέτρα έναντι π.χ. 6 μέτρων της φρεγάτας “Ύδρα”) θα δημιουργήσουν ανάγκη δημιουργίας νέων υποδομών. Γι’ αυτό το λόγο άλλωστε το δημοσίευμα μιλά και για μετατροπή του Ναυστάθμου Κρήτης (που έχει αυτές τις προδιαγραφές) σε κέντρο διοίκησης του Αρχηγείο Στόλου, λόγω και της γειτνίασής του με την εύφλεκτη θαλάσσια ζώνη Κρήτης-Κύπρου-Ισραήλ. Μια ενδιαφέρουσα και στρατηγικά ορθή πρόταση, που όμως έχει τις δικές της οργανωτικές απαιτήσεις.
Σε γενικές γραμμές, όπως και στην περίπτωση της παραχώρησης των 400 αρμάτων μάχης Abrams, φαίνεται ότι οι ΗΠΑ είναι διατεθειμένες λόγω της γεωπολιτικής συγκυρίας να ρίξουν το βάρος τους στην πλάστιγγα και να στηρίξουν την Ελλάδα με τρόπους που πριν λίγα χρόνια θα φαίνονταν αδιανόητοι, και με κόστος αμελητέο σε σύγκριση με τις προσφερόμενες δυνατότητες. Μπροστά σε αυτήν την πραγματικότητα, οι οποιεσδήποτε μικρές δυσκολίες τεχνικής φύσεως είναι απόλυτα αμελητέες. Χρειάζεται να υπάρξει άμεσα η πολιτική βούληση που θα επιτρέψει την εκμετάλλευση της ευκαιρίας.
Πηγή
Τα αντιτορπιλικά κλάσης Arleigh Burke αποτελούν αυτή τη στιγμή το βασικό τύπο πλοίου επιφανείας του US Navy, αριθμώντας ήδη 60 σκάφη σε υπηρεσία (το πρώτο πλοίο της κλάσης, DDG-51 Arleigh Burke, τέθηκε σε υπηρεσία το 1991), ενώ συνολικά έχει προγραμματιστεί η ναυπήγηση 75 σκαφών. Με μήκος 155 μέτρων, εκτόπισμα από 8.000 ως 10.000 τόνους και οπλοστάσιο που περιλαμβάνει 90 ως 96 πυραύλους (αναλόγως έκδοσης), τα συγκεκριμένα αντιτορπιλικά ουσιαστικά κατατάσσονται στην κατηγορία των καταδρομικών.
Η συγκεκριμένη κλάση ήταν η πρώτη που κατασκευάστηκε με (περιορισμένα) χαρακτηριστικά στελθ, όπως οι κεκλιμένες επιφάνειες. Όλα τα πλοία της κλάσης φέρουν το σύστημα αεράμυνας AEGIS, με ραντάρ παθητικής διάταξης τύπου SPY-1D. Από τους κάθετους εκτοξευτές (VLS) Mk41 90 θέσεων (96 θέσεων σε σκάφη της έκδοσης ΙΙΑ) μπορεί να βληθεί μεγάλη ποικιλία βλημάτων, όπως Standard, Tomahawk (μάλλον απίθανο να χορηγηθούν στην Ελλάδα), κάθετα εκτοξευόμενους ASROC (VLA) και ESSM. Ο οπλισμός συμπληρώνεται με πυραύλους επιφανείας- επιφανείας Harpoon, δύο CIWS Phalanx (ένα σε νεώτερες εκδόσεις που φέρουν και ESSM), ένα πυροβόλο των 5″/54 gun και δύο τριπλούς τορπιλοσωλήνες Mark 32.
Μπορούν επίσης να εξυπηρετηθούν δύο ελικόπτερα Seahawk, αλλά στα πρώτα 20 πλοία της κλάσης (από τα οποία προφανώς θα προέλθουν τα παραχωρούμενα) δεν υπάρχει υπόστεγο ελικοπτέρου (στη φωτογραφία το DDG-79 Oscar Austin, της έκδοσης ΙΙΑ που διαθέτει υπόστεγα).
Η πρόωση εξασφαλίζεται από 4 αεριοστρόβιλους General Electric LM2500, που δίνουν μέγιστη ταχύτητα 31 κόμβων, ενώ με ταχύτητα 20 κόμβων επιτυγχάνεται ακτίνα 4.400 ναυτικών μιλίων. Το πλήρωμα απαρτίζεται από 303 ως 323 άτομα (αναλόγως έκδοσης).
Οπωσδήποτε η απόκτηση δύο τέτοιων αντιτορπιλικών, αν και θα αποτελέσει κάθετη αναβάθμιση των επιχειρησιακών δυνατοτήτων του ΠΝ, περιλαμβάνει και δυσκολίες.
Η πρώτη δυσκολία είναι το οικονομικό κόστος, καθώς η τιμή μονάδος των συγκεκριμένων σκαφών είναι περίπου 1,8 δις δολλάρια, δηλ. περίπου 1,3 δις Ευρώ. Σύμφωνα με το δημοσίευμα του περιοδικού Στρατιωτική Ισορροπία & Γεωπολιτική, τα σκάφη θα δοθούν με ελκυστικούς όρους (μένει όμως να διευκρινιστεί τι σημαίνει αυτό), ενώ το πακέτο θα περιλαμβάνει και τα ανταλλακτικά και τα απαραίτητα οπλικά συστήματα (προφανώς εννοούνται οι πύραυλοι Standard).
Η δεύτερη δυσκολία είναι η επάνδρωση των σκαφών, καθώς απαιτούν πλήρωμα τουλάχιστον 50% μεγαλύτερο από τις τρέχουσες φρεγάτες του ΠΝ. Όμως αν υποτεθεί ότι τα δύο Α/Τ θα αντικαταστήσουν ισάριθμες φρεγάτες από τις μη εκσυγχρονισθείσες της κλάσης Standard, και ταυτόχρονα θα παροπλισθούν μερικές ακόμη πυραυλάκατοι όπως είχαμε προτείνει παλιότερα, το απαιτούμενο προσωπικό βρίσκεται χωρίς ιδιαίτερη δυσκολία.
Η τρίτη δυσκολία είναι ο ελλιμενισμός τους, καθώς οι διαστάσεις τους και ιδίως το βύθισμά τους (9,3 μέτρα έναντι π.χ. 6 μέτρων της φρεγάτας “Ύδρα”) θα δημιουργήσουν ανάγκη δημιουργίας νέων υποδομών. Γι’ αυτό το λόγο άλλωστε το δημοσίευμα μιλά και για μετατροπή του Ναυστάθμου Κρήτης (που έχει αυτές τις προδιαγραφές) σε κέντρο διοίκησης του Αρχηγείο Στόλου, λόγω και της γειτνίασής του με την εύφλεκτη θαλάσσια ζώνη Κρήτης-Κύπρου-Ισραήλ. Μια ενδιαφέρουσα και στρατηγικά ορθή πρόταση, που όμως έχει τις δικές της οργανωτικές απαιτήσεις.
Σε γενικές γραμμές, όπως και στην περίπτωση της παραχώρησης των 400 αρμάτων μάχης Abrams, φαίνεται ότι οι ΗΠΑ είναι διατεθειμένες λόγω της γεωπολιτικής συγκυρίας να ρίξουν το βάρος τους στην πλάστιγγα και να στηρίξουν την Ελλάδα με τρόπους που πριν λίγα χρόνια θα φαίνονταν αδιανόητοι, και με κόστος αμελητέο σε σύγκριση με τις προσφερόμενες δυνατότητες. Μπροστά σε αυτήν την πραγματικότητα, οι οποιεσδήποτε μικρές δυσκολίες τεχνικής φύσεως είναι απόλυτα αμελητέες. Χρειάζεται να υπάρξει άμεσα η πολιτική βούληση που θα επιτρέψει την εκμετάλλευση της ευκαιρίας.
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου